Το ερώτημα ‘’Τίνος είναι οι ιστορίες;’ Το έργο που ερευνά και πραγματοποιεί κάποιος σήμερα και απευθύνεται σε κάποιον άλλον αποδέκτη, γίνεται μέσα σε υπαρκτή αμφισβήτηση κατά πόσον ισχύουν σήμερα και τα δύο υποκείμενα. Το να είναι ορατές οι διαδικασίες με τις οποίες δημιουργούνται τα έργα και μοιράζονται στο κοινό , είναι σημαντικό, αλλά δεν αρκεί, αν δεν υπάρχει στην πόλη-με την πρωταρχική της έννοια-η αδιαμεσολάβητη κίνηση και η αυτονομία, γιατί αυτό είναι που δημιουργεί πραγματικές οντότητες. Οι εικόνες διαπραγματεύονται τη καταστασιακή έννοια της ελεύθερης περιπλάνησης και διευρευνούν το χώρο και το χρόνο , την ανάγκη για ελεύθερη κίνηση, το πυκνό –αραιό, τις διαφάνειες, τη γεωμετρική τοποθέτηση, το ζήτημα του πανοπτικού ελέγχου, επαναλαμβάνοντας το τετράγωνο και τον κύβο σαν αρχέτυπα του οίκου ή σαν πρωταρχική και εναρκτήρια δομή της πόλης. Η οργάνωσή τους είναι κάθετη και οριζόντια με αναφορά τον ανθρώπινο Ευκλείδειο χώρο με το μέτρο και το ρυθμό, στοιχεία που υπερασπίζονται ίσως και την απουσία ανθρώπινης μορφής. Η καθημερινή επαφή με την παιδική ηλικία υποβάλλει έναν αφαιρετικό και παιγνιώδη τρόπο. Η αρχιτεκτονική δομή των εικόνων ( σχέδιο, διαφάνειες, τυχαίο, υλικότητα, ελεύθερη κίνηση του βλέμματος σε όλο το χώρο ) εξυπηρετεί την ανοιχτότητα και το παιχνίδι. Ο P. Klee είναι αναφορά και το ολιστικό πνεύμα είναι μια μόνιμη σταθερά, αφού η ενότητα είναι στο στόχο της σύγχρονης ζωής στο σχολείο και στη κοινωνία γενικότερα. Τις ενότητες ‘’Derive-ελεύθερη περιπλάνηση’’/1997-98, ‘’Ενότητα για τους προσωπικούς χώρους’’/ 1998’’, ‘’Χαϊκού-μικρές σύντομες αφηγήσεις χώρων’’/2003, συνέδραμαν ταυτόχρονα οι έρευνες με φωτογραφικό υλικό για το ζήτημα του χώρου και του χρόνου στους τοίχους, τη σχέση του ιδιωτικού με το δημόσιο , πάνω στις μεσοτοιχίες στην Αθήνα, έρευνες που απέφεραν και τις ενότητες ‘’Ένα σύνθημα στην πόλη’’/2010 και Whose Stories form thecity’’/ 2012- Στις επόμενες ενότητες ‘’Συν-υπάρξεις σε ανοιχτά τοπία’’ /2002-04) , ‘’Αρχιτεκτονική 2004-06’’, ‘’Το παιχνίδι με τις αποσπασματικές εικόνες και την ενότητα’’/ 2004- , οι εικόνες ρυθμίζονται όλο και πιο συνειδητά από αυτά που θέτει η παιδική ηλικία, από τη σχέση φύσης και πόλης , από τη σημειολογία των κήπων και των πλατειών. Η οργάνωση σε δίπολα πολλαπλασιάζει το χώρο, δεν τον διπλασιάζει απλώς , και γίνεται μια δημιουργική σύμβαση, η οποία βοηθάει το πέρασμα σε άλλη κατάσταση , σε άλλη συνειδητότητα και θέτει το ζήτημα της συνύπαρξης. Η διαδικασία είναι παιγνιώδης, συμφιλιώνει το θεατή με το τυχαίο και το απροσδόκητο, διευκολύνει την είσοδο στην πραγματικότητα από το παράθυρο της φαντασίας , όπως λέει ο παιδαγωγός και παραμυθάς Τζιάνι Ροντάρι στη ‘’Γραμματική της φαντασίας’’. Η συνειδητοποίηση ότι οι εικόνες είναι εμφατικά στοπ-καρε μια διαρκούς κινητικότητας, ότι είναι εικόνες–gestalt , έρχεται και από την Ψυχολογία Gestalt -μορφολογική ψυχολογία-, που είναι μια θεωρία που προτείνει ότι ο εγκέφαλος λειτουργεί ολιστικά, με αναλογίες και με τάσεις αυτο-οργάνωσης. Η υγεία εννοείται ως η αρμονική σύνθεση όλων των δυνατοτήτων και λειτουργιών του ατόμου ανάμεσα σε σχέσεις. Το ότι οι εικόνες είναι τέτοιες ενδιάμεσες στάσεις , συνειδητά εμφανίζεται πιο έντονα στην ενότητα Ξανά πίσω στην αθωότητα ‘’ / 2006 και διατρέχει όλη την υπόλοιπη εργασία , μέχρι και την τελευταία , VIDEO 2,3’ / 2015 , όπου μέσα στο χαοτικό σύμπαν , εντοπίζονται εικόνες - still frame. Σχετικές είναι και οι επιμορφωτικές δράσεις-εργαστήρια σε σχολικούς και κοινωνικούς χώρους , με στοιχεία performansμε ενήλικες εκπαιδευτικούς που καταλήγουν σε ένα εικαστικό ψυχολογικό παράγωγο , την ενισχυμένη αυτοεικόνα. (‘’IGLOΟ: ένας τόπος για την κοινότητα’’ / 2010 και ‘’Υφαίνω με ζεστό νήμα σε σκληρές εποχές’’ / 2010. ) Στις υπόλοιπες ενότητες Πέρασμα σε μια άλλη κατάσταση ‘’ /2007-10, ’’Εικόνες για την ανάδυση νέων μορφών’’/2011-12, ‘’Το ιερό 3’’/ 2011-12, ‘’Whose Stories’’/ 2012-, ‘’Συνέχειες και ασυνέχειες’’/2014-, η άσκηση εξελίσσεται σε άσκηση εξοικείωσης με τις ασυνέχειες που βρίσκονται σε διαλεκτική σχέση με τις συνέχειες και με το τυχαίο, μέσα στο κατακερματισμένο περιβάλλον της πόλης, σε ένα χάος ερεθισμάτων και εκδοχών, ερμηνειών, οπτικών. Σαν δημιουργική αφετηρία ανάδυσης νέων μορφών, στο πράττειν και στο παριστάνειν , όπως λέει ο Κ. Καστοριάδης. Η άβυσσος και το χάος είναι εντός και εκτός μας , είναι πραγματικότητα λένε και οι φυσικοί, και χρειάζεται διαπραγμάτευση και συμφιλίωση , όχι φυγή και ψευδαίσθηση. Το παιχνίδι είναι μια τίμια πραγματικότητα σε όλους τους χώρους. Απλώς κάποιες εικόνες επιλέγονται να είναι οι στάσεις σε όλη αυτή την κινητικότητα, οι εικόνες –ανάσες μέσα στον ορυμαγδό που απειλεί το ‘’βλέμμα’’ . Είναι τα θραύσματα ενός κόσμου που αντιλαμβάνεται αποσματικά και διαιρεμένα την ουσία του στις πόλεις-μεγαλουπόλεις (άτοπο κατα τον Μ. Amoros) , μαζί με τα θραύσματα του λόγου. Τα ίχνη των ανθρώπων στη πόλη- όσο είναι ακόμα πόλη-, έχουν έναν πλούτο και βρίσκω εκεί πάνω την αναζήτηση της ποιητικότητας . Αυτό βρίσκει εφαρμογή σε ένα πρόσφατο πεδίο προβληματισμού , την κινούμενη εικόνα , που δημιουργεί άπειρα ενδεχόμενα και φαίνεται ότι μπορεί να εξελιχτεί και να προστεθεί στα μέσα που χρειάζεται η έρευνα . Ανάλογες είναι οι δράσεις και έρευνες γύρω από τη διαφορετικότητα στους σχολικούς χώρους , που σκοπό έχουν τη συμμετοχικότητα και την αυτενέργεια , ξεκινώντας από στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού. Παρατηρώντας τώρα όλη την έρευνα και την εργασία αυτά τα χρόνια και παίρνοντας το νήμα από τις συνέχειες, βλέπω ένα κυματισμό ανάμεσα στη γεωμετρία, το σχέδιο, το μυαλό , την τάξη και ανάμεσα στην ιλλιγγιώδη ροή, στο χρώμα , στη τάση για ασυνέχεια. Ο κυματισμός που συνέβαινε και στη διάρκεια της ολοκλήρωσης ενός έργου, παρατηρείται και σε ένα μεγαλύτερο άνυσμα του χρόνου. Τελικά έχουμε να κάνουμε με τα παιδιά εντός μας και εκτός , με αυτά που αφήνουν στους τοίχους τη ψυχούλα τους και στις αυλές των σχολείων την υγιή αντίδραση ακόμα του ενστίκτου. Το ερώτημα ‘’Τίνος είναι οι ιστορίες;’’ απαντιέται , αρκεί να υπάρχουν υποκείμενα. (το κείμενο αφορά μια γενική επισκόπηση της όλης μέχρι τώρα εργασίας) |